Με χρονικό σημείο εκκίνησης τα μέσα της δεκαετίας του 1950, η βιομηχανία λιγνίτη αναπτύχθηκε στον ενεργειακό άξονα της Δ. Μακεδονίας με γιγάντιους ρυθμούς για τα ελληνικά δεδομένα. Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας στηρίχθηκε αποκλειστικά σχεδόν στους λιγνίτες και κυρίως, στα λιγνιτικά αποθέματα της Δ. Μακεδονίας.
Η ασφάλεια του εθνικού ενεργειακού εφοδιασμού, το προβλέψιμο κόστος διάθεσης έναντι των διακυμάνσεων των τιμών των ανταγωνιστικών εισαγόμενων καυσίμων και κυρίως η ενίσχυση της αξιοπιστίας του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, ανέδειξαν τους εγχώριους λιγνίτες σε εθνικό καύσιμο στρατηγικής σημασίας. Το τίμημα όμως για την περιοχή μας ήταν υψηλό: περιβαλλοντικά προβλήματα, εγκατάλειψη κάθε άλλου αναπτυξιακού προσανατολισμού, διαχρονική αδυναμία προώθησης εναλλακτικής βιώσιμης προοπτικής.
Σήμερα, όμως, η Ελληνική Κυβέρνηση προωθεί μια βεβιασμένη απεξάρτηση από τους εγχώριους λιγνίτες, θέτοντας αφενός τον κοινωνικό και οικονομικό ιστό της Δ. Μακεδονίας σε κίνδυνο αποσταθεροποίησης και αφ’ ετέρου, την ασφάλεια του εθνικού ενεργειακού εφοδιασμού σε καθεστώς υψηλής εξάρτησης.
- Εδώ και περίπου 60 χρόνια η τοπική κοινωνία και η ΔΕΗ ΑΕ συμβιώνουν με ένα minimum κοινά αποδεκτό καθεστώς συνύπαρξης. Τα σενάρια περί πώλησης, ενοικίασης και ανταλλαγής ισχύος ή ενέργειας, προφανώς και θα ανατρέψουν τις υπάρχουσες ισορροπίες [8]. Κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί και να τεκμηριώσει ότι η «νέα τάξη πραγμάτων» δεν θα είναι χειρότερη της υπάρχουσας με όρους σεβασμού της εργατικής ή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας αλλά και του εθνικού πλούτου.
- Η Ελληνική Κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει και να παρουσιάσει αναλυτικά στην περιοχή τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις μιας βεβιασμένης απεξάρτησης από το λιγνίτη, ιδιαίτερα της χρόνια μόνο-ειδικευμένης και αναπτυξιακά μόνο-εξαρτημένης Δυτικής Μακεδονίας. Επιβάλλεται παράλληλα, να εξετάσει και να παρουσιάσει αναλυτικά στην περιοχή ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες, οι οποίοι να τεκμηριώνουν την μετάβαση σε καθεστώς χαμηλής λιγνιτοπαραγωγής της Ελλάδας χωρίς ταυτόχρονο κίνδυνο αναπτυξιακής περιθωριοποίησης μιας ολόκληρης Περιφέρειας.
- Η απόσυρση λιγνιτικών μονάδων και η συνακόλουθη μείωση της εξορυκτικής δραστηριότητας, χωρίς την ύπαρξη ενός ολοκληρωμένου και κοινωνικά συνεκτικού σχεδίου ισοδύναμης επίδρασης, θα οδηγήσει το παραγωγικό δυναμικό της περιοχής σε άναρχες και ευκαιριακές επιχειρηματικές διεξόδους, σε εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση. Η Ελληνική Κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει και να παρουσιάσει αναλυτικά στην περιοχή επεξεργασμένα σενάρια τα οποία θα διασφαλίζουν «ισοδύναμες» λύσεις προστασίας του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της Δυτικής Μακεδονίας.
- Η απόσυρση των Μονάδων δεν είναι αναγκαστική επιλογή: επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι στο Πόρισμα της Ελληνικής Επιτροπής 20-20-20 [6] αναφέρεται ότι, με βάση το μοντέλο ENPEP: «πέρα από τις γνωστές αποσύρσεις των μονάδων Μεγαλόπολη 1 και 2, Πτολεμαΐδα 1-4 και ΛΙΠΤΟΛ αποσύρονται επίσης οι μονάδες Καρδιά 1-4 και η Μεγαλόπολη 3 ενώ οι υπόλοιπες λιγνιτικές μονάδες παραμένουν μέχρι το 2030, στη λογική ότι είτε γίνονται οι απαραίτητες επενδύσεις για τη συμμόρφωση λειτουργίας τους με τις νέες οδηγίες για τις εκπομπές που αναμένεται να υιοθετηθούν από την ΕΕ το επόμενο διάστημα, είτε αντικαθίστανται από νέες λιγνιτικές αντίστοιχης ισχύος, διατηρώντας συνολική λιγνιτική ισχύ 4015MW μέχρι το 2030» και «η εκτίμηση διείσδυσης σύμφωνα με το σενάριο εκπλήρωσης των στόχων οδηγεί σε τελική συνεισφορά 18,7% των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας και ικανοποιεί τόσο τον εθνικό στόχο όσο και τον δεσμευτικό σύμφωνα με την 28/2009/ΕΚ». Όμως στο «National Renewable Energy Action Plan in the Scope of Directive 2009/28/EC», που απέστειλε η Ελληνική Κυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στην πιο πάνω επισήμανση [5],[6].
- Η μείωση της λιγνιτοπαραγωγής στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, μπορεί να γίνει με τη σταδιακή απόσυρση των παλιότερων και μικρότερων σε ισχύ μονάδων (κάτω των 300MW), λόγω παλαιότητας, οικονομίας κλίμακας, μικρότερου βαθμού απόδοσης (25% – 29%), αλλά και μεγαλύτερων εκπομπών ρύπων. Σε ό,τι αφορά τις μεγάλες λιγνιτικές μονάδες των 300MW και πλέον, στις οποίες έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια μεγάλες επενδύσεις, είτε για αύξηση του βαθμού απόδοσης, είτε για μείωση των εκπομπών, εκτιμάται ότι μπορούν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους αποδοτικά και πάνω απ’ όλα κερδοφόρα, για αρκετά χρόνια ακόμη. Το παραπάνω μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή – σε μόνιμη βάση – δοκιμασμένων βέλτιστων διαθέσιμων πρακτικών λειτουργίας. Και αυτό μεν, γιατί ο βαθμός απόδοσής τους είναι ικανοποιητικός (της τάξης του 32% – 34%, συγκρινόμενος με τον αντίστοιχο του 38% περίπου μιας νέας σύγχρονης και υπερκριτικής – από πλευράς τεχνικών χαρακτηριστικών – μονάδας), συγχρόνως δε, γιατί έχουν το μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα της απόσβεσης του αρχικού κεφαλαίου επένδυσης, που τις καθιστά πέρα από κάθε αμφισβήτηση, μακράν ανταγωνιστικές από πλευράς συνολικού κόστους παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι και το ζητούμενο. [7]
- Για το ΤΕΕ / Τμήμα Δυτικής Μακεδονίας, ο λιγνίτης θα πρέπει και στο μέλλον να διατηρήσει τον κυρίαρχο ρόλο του στην ηλεκτροπαραγωγή της περιοχής, αλλά και της χώρας. Είναι όμως απαραίτητο να λαμβάνονται συνέχεια και να εφαρμόζονται με συνέπεια, μέτρα για την εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας, αλλά και της βιωσιμότητας της λιγνιτικής παραγωγής [9].
- Η αποφυγή καύσης ελληνικού λιγνίτη σαφώς και αντανακλά σε μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Το περιβαλλοντικό όφελος της μη εκπομπής του διοξειδίου του άνθρακα είναι μετρήσιμο και το «καρπώνεται» ολόκληρος ο πλανήτης (Global Effect). Όμως, το κοινωνικό και οικονομικό κόστος θα το επωμιστεί μερικώς μια συγκεκριμένη Περιφέρεια (Local Effect). Για κάθε λιγνιτική μονάδα που θα αποσύρεται στη Δυτική Μακεδονία, η τοπική οικονομία θα εμφανίζει ετησίως ένα έλλειμμα της τάξης των δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ. Πάγωμα προσλήψεων, λιγότερες θέσεις μη μόνιμης απασχόλησης, συρρίκνωση της δορυφορικής επιχειρηματικότητας γύρω από τη ΔΕΗ ΑΕ. Είναι σαφές ότι υπάρχει ασύμμετρη αντιστοιχία μεταξύ του πλανητικού οφέλους και του τοπικού, περιφερειακού κόστους. Η Ελληνική Κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει και να παρουσιάσει αναλυτικά στην περιοχή τον τρόπο με τον οποίο θα καλυφτεί το συγκριμένο οικονομικό και μεσοπρόθεσμα αναπτυξιακό έλλειμμα της τοπικής κοινωνίας [10].
- Ομαλή και βιώσιμη μετάβαση σε καθεστώς περιορισμού της συμμετοχής του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο, αφού πρώτα έχουν εξαντληθεί τα περιθώρια παράτασης της ζωής υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων και προγραμματισμένης κατασκευής νέων μονάδων με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών .
- Οπωσδήποτε εξάντληση των ήδη ανοικτών λιγνιτικών πεδίων στα πλαίσια της αξιοποίησης των λιγνιτικών κοιτασμάτων με βάση ένα μακροχρόνιο εθνικό ενεργειακό σχεδιασμό.
- Άμβλυνση των περιβαλλοντικών πιέσεων.
- Διαφοροποίηση και μεγέθυνση των οικονομικών αλληλοεπιδράσεων μεταξύ της λιγνιτικής βιομηχανίας και της τοπικής κοινωνίας.
- Απόσυρση των υπέργηρων, περιβαλλοντικά και ενεργειακά μη αποδοτικών μονάδων και αντικατάστασή τους με νέες σύγχρονες μονάδες, ισοδύναμου ενεργειακού αποτελέσματος.
- Υιοθέτηση των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών (ΒΑΤ) σε όλο το φάσμα της λιγνιτικής δραστηριότητας, από την εξόρυξη του λιγνίτη, την μεταφορά και διακίνηση, έως την καύση, τη διαχείριση της τέφρας και την αποκατάσταση των εδαφών.
- Κατασκευή μονάδων αποκεντρωμένης συμπαραγωγής θερμότητας και ηλεκτρισμού με καύσιμο ξηρό κονιοποιημένο λιγνίτη. Μηδενική κατανάλωση πετρελαίου θέρμανσης στα αστικά και ημιαστικά κέντρα της Δυτικής Μακεδονίας, με χρονικό ορίζοντα επίτευξης το 2020. Η τεχνολογία είναι περισσότερο από ώριμη, η εγκατεστημένη βάση περιλαμβάνει εκατοντάδες μονάδες ανά την Ευρώπη.
- Ουσιαστική αποκατάσταση και προστασία του πληγέντος περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής δραστηριότητας της ΔΕΗ σύμφωνα με τις κατατεθείσες μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και τους εγκεκριμένους περιβαλλοντικούς όρους λειτουργίας των ορυχείων. Για τον ορθολογικό σχεδιασμό των χρήσεων γης των εγκαταλελειμμένων ορυχείων, θα πρέπει να συνταχθεί στρατηγικό σχέδιο για την ομαλή μετάβαση της περιοχής στη μεταλιγνιτική περίοδο ώστε να οριστούν και οι μελλοντικές ανάγκες.
- Κατασκευή μονάδας ρευστοποιημένης κλίνης με στόχο την ενεργειακή αξιοποίηση χαμηλού κόστους βιομαζικών καυσίμων σε συνδυασμένη καύση με λιγνίτη. Ενθάρρυνση, στήριξη και δημιουργία εξειδικευμένων εταιρειών συλλογής, διαχείρισης και διάθεσης της απορριπτόμενης ξυλείας αλλά και όλων των εναλλακτικών καυσίμων βιομαζικής προέλευσης. Ανάπτυξη ανάλογων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Τίποτα περισσότερο από μεταφορά και προσαρμογή στα ελληνικά δεδομένα ώριμων πρακτικών των χωρών της κεντρικής Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής.
- Δημιουργία δομών έντασης γνώσης με στόχο την κάλυψη των αναγκών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε θέματα τεχνολογιών αιχμής αλλά και με σημαντική προοπτική εξωστρέφειας προς τις χώρες των Βαλκανίων. Επένδυση στη Γνώση και στην Καινοτομία.
|
|
|
|
|
|
|
|
- Περιφέρεια Δ. Μακεδονίας, «Επιχειρησιακό Πρόγραμμα 2007-2013», Ιούνιος 2007 (σελ. 12/273).
- Χ. Παπαγεωργίου-Χ. Κολοβός (2010), «Πρόταση αξιοποίησης των λιγνιτικών κοιτασμάτων της ΔΕΗ ΑΕ στην περιοχή Πτολεμαΐδας-Αμυνταίου», Χ. Παπαγεωργίου (2010), Επισημάνσεις στο Πρόγραμμα της ΔΕΗ ΑΕ (2011-2020).
- Δελτίο Τύπου ΥΠΕΚΑ, 12 Ιαν 2011, «Απελευθέρωση ενέργειας – Λιγνιτική παραγωγή»
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2010), Stock taking document – «Towards a new Energy Strategy for Europe 2011-2020»
- Πόρισμα της Ελληνικής Επιτροπής 20-20-20 «Ανάλυση Ενεργειακών Σεναρίων διείσδυσης των τεχνολογιών ΑΠΕ στο Ενεργειακό Σύστημα και Επίτευξης των Εθνικών Στόχων του 2020 με χρήση των μοντέλων MARKAL, ENPEP, WASP, COST»
- ΥΠΕΚΑ, «National Renewable Energy Action Plan in the Scope of Directive 2009/28/EC»
- «Ο ρόλος και η προοπτική της Δυτικής Μακεδονίας στην ηλεκτροπαραγωγή της χώρας, στα πλαίσια του μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού», Εισήγηση ΤΕΕ/ΤΔΜ στο Συνέδριο «Ενέργεια : Σημερινή εικόνα-Σχεδιασμός-προοπτικές», Αθήνα, 8-10 Μαρτίου 2010.
- Απόφαση ΤΕΕ – Τμ. Δυτικής Μακεδονίας: «Όχι στα σενάρια απαξίωσης του Ενεργειακού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας», Κοζάνη Αύγουστος 2010
- «Η ευρωπαϊκή περιβαλλοντική στρατηγική και οι ασύμμετρες επιπτώσεις στην περιφερειακή οικονομία της Δ. Μακεδονίας», Εισήγηση Προέδρου ΤΕΕ/ΤΔΜ στην ημερίδα “Η αναθεώρηση της οδηγίας IPPC2008/1 ΕΚ για τους Βιομηχανικούς Ρύπους και οι επιπτώσεις της στην Ηλεκτροπαραγωγή της Δυτικής Μακεδονίας”, Σωματείο εργαζομένων ΔΕΗ “Σπάρτακος”, Πτολεμαΐδα 25 Ιουνίου 2010.
- Ε. Καρλόπουλος, «Ορθές Πρακτικές Βιώσιμης Συνεργασίας Λιγνιτικής Βιομηχανίας και Τοπικής Κοινωνίας», “O Λιγνίτης στη Δυτική Μακεδονία”, Ημερίδα Δήμου Κοζάνης, 26 Φεβρουαρίου 2010